Κάθε λαός ανάλογα και με τα βιώματα του δημιούργησε τις δικές του γαμήλιες παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα του. Έτσι και ο κυπριακός γάμος έχει τις δικές του παραδόσεις που βεβαίως ποικίλουν ανά περιοχή και με το πέρασμα των χρόνων τα έθιμα αυτά περνούσαν από γενιά σε γενιά.
Ο γάμος στην Κύπρο δεν ήταν ποτέ μια απλή θρησκευτική γιορτή. Η προετοιμασία του γάμου διαρκούσε μέρες και σ’αυτή συμμετείχαν φίλοι, συγγενείς ακόμα και όλο το χωριό. Ο γάμος γινότανε συνήθως Κυριακή και τελείωνε μέχρι την άλλη Κυριακή με τον αντίγαμο.
Σήμερα με το πέρασμα των χρόνων κάποιες από αυτές τις παραδόσεις έχουν ξεθωριάσει και πλέον ο γάμος αποτελεί ένα «κράμα» του παλιού με του νέου στοιχείου.
Προξένια: Τότε οι προξενητές μεσολαβούσαν και μιλούσαν στους γονείς της νύμφης. Οι γονείς περνούσαν από «κόσκινο» το γαμπρό προτού δώσουν την έγκριση τους. Πολλές φορές η γνώμη της κοπέλας δεν έπαιζε κανένα ρόλο στον επικείμενο γάμο.
Λογιάσματα: Τα λογιάσματα αποτελούσαν τον λόγο που έδινε ο ένας στον άλλο. Το παρόν τους έδιναv όλοι οι στενείς συγγενείς των μελλόνυμφων και εκεί υπόγραφαν το προικοσύμφωνο παρουσία εκτός από τους γονείς και του ιερέα του χωριού και το οποίο είχε νομική ισχύ. Πολλές φορές κατά τη σύναψη του προικοσύμφωνου προέκυπταν διαφωνίες μεταξύ των οικογενειών και ο γάμος ακυρωνόταν. Εάν προέκυπτε συμφωνία υπογραφόταν και έπρεπε να τηρηθεί κατά γράμμα.
Το στόλισμα της νύμφης και του γαμπρού: Γινόταν στα πατρικά σπίτια και των δυο όπου συνοδείας βιολιών και λαούτων οι κουμπάροι και οι κουμέρες αναλάμβαναν το ντύσιμο του γαμπρού και της νύμφης αντίστοιχα. Το ξύρισμα του γαμπρού αναλάμβανε συνήθως ο κουρέας του χωριού. Σε περιοχές περισσότερο της Αμμοχώστου ήταν διαδεδομένο ο «χορός των ρούχων» όπου έβαζαν τα ρούχα σε πανέρι και τα χόρευαν εν μέσω βιολιών και τραγουδιών.
Η πορεία προς την εκκλησία: Η πορεία προς την εκκλησιά γινόταν με τα πόδια και πέρναγε μέσα από τους δρόμους του χωριού. Ο γαμπρός και η νύμφη αντίστοιχα συνοδευόμενοι από συγγενείς και φίλους οδηγούνταν προς την εκκλησιά με την συνοδεία βιολιών και λαούτων.
Οι κουμπάροι: Κατά τη διάρκεια του γάμου οι κουμπάροι έγραφαν τα ονόματα τους σε μια μεγάλη άσπρη κορδέλα η οποία ήταν δεμένη πάνω στα στέφανα του ζευγαριού. Μάλιστα η επιτυχία του γάμου καθοριζόταν από τον αριθμό των κουμπάρων που είχε ο κάθε γάμος.
Το φίλημα των στεφάνων: Μόλις τελειώσει η τελετή του γάμου οι γονείς και οι συγγενείς φιλάνε τα ιερά στέφανα που ένωσαν το νεαρό ζευγάρι και τους δίνουν την ευχή τους.
Το ράψιμο του κρεβατιού: Το ράψιμο του κρεβατιού αναλαμβανόταν από 5 ή 7 μονοστέφανες γυναίκες και περιλάμβανε βιολιά λαούτα, χορούς και τσιαττιστά. Γέμιζαν το κρεβάτι του αντρόγυνου με παρθένο μαλλί από πρόβατα τα οποία έκοβαν και έπλεναν τις προηγούμενες ημέρες. Τέσσερις κόκκινοι σταυροί ράβονταν στις τέσσερις γωνιές του κρεβατιού. Ακολούθως κυλούσαν μικρά παιδιά πάνω στο κρεβάτι με την ευχή για πολλούς απογόνους. Μετά από όλα αυτά τη σκυτάλη έπαιρναν οι κουμπάροι με τον χορό του κρεβατιού.
Ο χορός των συμπεθέρων: Εκτός από το ζευγάρι μετά το γάμο χόρευαν και οι συμπέθεροι μεταξύ τους δείχνοντας πέραν από την διασκέδαση και την ένωση των δυο οικογενειών.
Το πρώτο ξημέρωμα: Στο πρώτο ξημέρωμα πήγαιναν οι γονείς του ζευγαριού συνοδεία του ιερέα του χωριού στο σπίτι του αντρογύνου και χτυπούσαν τις πόρτες. Όταν άνοιγαν τις πόρτες ο ιερέας ρώταγε το γαμπρό τι άλλο θέλει από τους γονείς και των δυο. Αν ο γαμπρός επιθυμούσε κάτι επιπλέον το ανάφερνε και αν ο πατέρας και ο πεθερός του δεν είχαν αντίρρηση, του ικανοποιούσαν την επιθυμία και έμπαιναν στο σπίτι.
Το “πουπανωπροίτζιν”: Αμέσως μετά οι συμπεθέρες αφού εισέρχονταν στο σπίτι, η πρώτη τους δουλειά ήταν να εξετάσουν διακριτικά τα σεντόνια του κρεβατιού. Η νύμφη έπρεπε να ήταν αγνή μέχρι την πρώτη νύχτα του γάμου. Αν τα σεντόνια δεν είχαν σημάδια αγνότητας λόγο του ότι ο γαμπρός λόγο της κούρασης δεν ήταν σε θέση να εκτελέσει τα συζυγικά του καθήκοντα ο ιερέας του διάβαζε ευχολόγια για να λυθούν τα μάγια. Αν όμως ο λόγος της μη ένδειξης σημάδια αγνότητας στα σεντόνια ήταν γιατί η νύμφη έχασε την αγνότητα της πριν από το γάμο, είτε ο γαμπρός το αποδεχόταν σιωπηλά και ζητούσε το λεγόμενο «πουπανωπροιτζιν» δηλαδή κάτι περισσότερο από την προίκα που είχαν συμφωνήσει είτε ο γάμος μπορούσε να φτάσει μέχρι και τη διάλυση του.
Την επόμενη του γάμου: Την επόμενη του γάμου, ημέρα Δευτέρα συγγενείς και φίλοι πήγαιναν σπίτι του αντρογύνου παίρνοντας μαζί τους πίττες και μέλι. Το απόγευμα ο γαμπρός μαζί με τους κουμπάρους του γύρναγε σε όλο το χωριό βάζοντας κολώνια στα χέρια των χωριανών και οι κουμπάροι κέρναγαν κονιάκ. Οι συγχωριανές έδιναν στους κουμπάρους ζωντανές κότες που τις κρέμαγαν σε ένα μακρύ ξύλο και τις έπαιρναν στο σπίτι του αντρογύνου και θα αποτελούσε το κρέας για το τραπέζι της Δευτέρας του γάμου. Την Δευτέρα του γάμου η νύφη δεν φορούσε το νυφικό αλλά ένα ωραίο φόρεμα, το δευτερκάτικο όπως το έλεγαν. Όλες τις νύχτες του γάμου (ο γάμος είχε διάρκεια μια βδομάδα) έπαιζαν τα βιολιά και ο κόσμος χόρευε μόνο κυπριακούς χορούς, καλαματιανό και ταγκό.
Το ρέσι: Είδος παραδοσιακού πιλαφιού που φτιαχνόταν από σιτάρι και κρέας.. Η διαδικασία παρασκευής του ξεκινούσε 2-3 μέρες πριν από το γάμο και περιλάμβανε πλύσιμο και άλεσμα του σιταριού με μύλους χειρός και το καλό βράσιμο του κρέατος.
Πιο κάτω διαβάστε ένα προικοσύμφωνo:
«Εν ονόματι της Αγίας Τριάδος, της Παρθένου Μαρίας , του Αποστόλου Βαρνάβα και της Κοκώνας Μαριαννούς».
Προικοσύμφωνον της πρώτης κόρης μας της μεγάλης, θυγατρός εμένα του Κωσταντή της Μαρικκούς και της μακαρίτισσας της γεναίκας μου της Μαριτσούς, να πάρει νόμιμον άντρα της τον Γιωρκάτζην του Πασκάλη και της καρδιάς μας όλην την ευχήν μας.
Δεύτερον 4 κονίσματα το πρώτον σε ξύλον ούλον ζάρκα και χοντρόν δκυο δάκτυλα, και τα τρία άλλα σε πευκόξυλον που στάσσει πίσσαν πού την μιάν μερκάν την απογιάτιστην.
Τρία πουκάμισα τα δκυο μιτσιά και τόναν μεάλον ως χαμαί, δκυο πορεσιανά τέλεια ατρύπητα και ολόγερα, δκυο μεσοφόρκα παστρικά σαπουνισμένα στον Πηδκιάν ένα ήμισυ ζευγάριν κλάτσες (την άλλην έως να γίνη ο γάμος έχει καιρόν να την πλέξη), έναν φουστάνιν αλατζένον δίμητον και ριωτόν και άλλον ένα που αλατζιάν χρουματιστήν που την εψούμνισα εγιώ ο Κωσταντής της Μαρικκούς πρόπερσι που το παναΰριν της Εληάς, δκυο παννιά (το έναν έχει λίγες τρύπες αλλά ράβκουνται) για το καλορίζικον, δκυο ζευκάρκα παπούτσια (το ένα μισοσολιασμένον εν έχει μήναν), 45 πήχες βρακοζώνιν που φυτίλλιν, τρείς κούβαρους νήμα 1671/2 πήχες, 25 ριάλια, 22 ππαράες και άσπρα, δκυο μαείρισσες καλαωμένες και ένα τηάνιν αγάνωτον, δκυο καντήλες με φκιορούδκια, τέσσερα πιάτα βαθουλά το έναν λλίον ραϊσμένον, έναν μαστραππάν της μακαρίτισσας της στετές μου, έναν φετζιάνιν, έναν κόσσιηνον και μιαν τατσιάν, έναν μιτσίν μαϊρισσούιν χωρίς καππάτζιν, έναν χαρτζίξυλον που ξύλον ζωντανόν, έναν λυχνάρι χωματένον, έναν στρώμα με στούππες και τρεις μπακάρηδες για να ράψουν αν θέλουν τζ’ άλλον καλλίτερον, έναν κομματούιν χωράφιν ίσια με μιάν κυλίστραν ενός γαάρου, 2 όρνιθες μ’ έναν πετεινάριν καννάουρον, μισήν οκκάν μακαρολύνια του σιερκού (και αν προφτάσουμεν κάμνουμέν τους τζι’ άλλα), 2 λίτρες λάιν και 121/2 δρέμια χαλλούμιν, 40 κλωστές σκόρτους και δκύο βάζους κουτρούβιν να τα μαλάξουν κάμποσοι και να τα κάμουν όλα θάλασσαν να τρών, να πίνουν, να γλεντούν όλον το σήμερον και το αύριον, γαμπρός, νύφη και όλα τα συμπεθερικά οι πιο κοντά γειτόνοι, όπως και η Κοκώνα η Μαριαννού η δασκάλα μας, που γράφει αυτήν την προικοσυμφώναν. Αμήν
Πηγή Φωτ.Υλικού: philia.org.cy
Ημερολόγιο «Ξεφυλλίζοντας το χθες»